Τα νέα κυβερνητικά μέτρα φανέρωσαν την πρόθεση της κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει τα ποσοστά εμβολιασμού ως δικαιολογία για την μη ενίσχυση του ΕΣΥ, για την αποσιώπηση της κρατικής και εργοδοτικής ευθύνης αλλά και για την δημιουργία αποκλεισμών και κοινωνικών αυτοματισμών. Η κυβέρνηση έχει επιλέξει να μετατρέψει τα εμβόλια από ένα καθοριστικό εργαλείο πρόληψης, σε ένα μέτρο ατομικής ευθύνης και σε άλλοθι δικαιολόγησης της όξυνσης της υγειονομικής κρίσης που είναι και πάλι προ των πυλών.
Κανένα από τα μέτρα που ανακοινώθηκαν δεν κινείται στην κατεύθυνση της ενίσχυσης του ΕΣΥ, που θα έπρεπε να αποτελεί την βασική και απόλυτη προτεραιότητα ενώ όσον αφορά τον εμβολιασμό του πληθυσμού, για μια ακόμα φορά αγνοήθηκε τελείως η προοπτική μιας σοβαρής εκστρατείας ενημέρωσης και τεκμηρίωσης και προτιμήθηκε η τακτική της επιβολής και μάλιστα δια του οικονομικού εκβιασμού. Ενός εκβιασμού που είναι και καταφανώς ταξικός, αφού τα μέτρα στερούνται αναλογικότητας ή διάθεσης προστασίας των εργαζόμενων: η κυβέρνηση αρνείται την χορήγηση test και ζητάει από τον εργαζόμενο του βασικού μισθού, την εργαζόμενη της επισφάλειας ή τη φοιτήτρια που δεν έχει δικό της εισόδημα να δαπανά σημαντικά πόσα για πρόληψη. Παράλληλα επιτρέπει στις επιχειρήσεις και τους εργοδότες να ελέγχουν, να αποκτούν πρόσβαση σε ιατρικά δεδομένα και να εκβιάζουν τους/τις εργαζόμενους/ες με βάση τον εμβολιασμό τους. Ως αποτέλεσμα στερεί, καταχρηστικά και με τιμωρητικό τρόπο, την πρόσβαση σε παροχές δημόσιας υγείας σε ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας και μετακυλύει το κόστος της πανδημίας σε κοινωνικές ομάδες που ήδη έχουν χαμηλή εμπιστοσύνη στην ανάγκη αλληλο-προστασίας από την πανδημία.
Ενώ η κυβέρνηση επιμένει να χρησιμοποιεί όρους όπως “ψεκασμένοι”, “αρνητές” και να τους συνδέει με το σύνολο των μη εμβολιασμένων, τα στοιχεία δείχνουν ότι το μεγαλύτερο ποσοστό όσων δεν έχουν κάνει ακόμα το εμβόλιο δεν είναι “σκληροί αντιεμβολιαστές”. Είναι κόσμος που φοβάται και το έχει αναβάλει – εκτιμούμε ότι όταν κάποιος φοβάται, δεν θα τον πείσει ο εκβιασμός, αλλά η λογική λέει ότι θα επιχειρήσει να τον αποφύγει, είτε στερούμενος ορισμένα δικαιώματα είτε με άλλους τρόπους, είτε καταβάλλοντας το αντίτιμο – ενώ παραμένει υπαρκτό το τμήμα της κοινωνίας που δεν είχε τη δυνατότητα πρόσβασης (κατάκοιτοι, έγκλειστοι, πρόσφυγες) λόγω της κρατικής ολιγωρίας. Εστιάζοντας σε αυτό το μικρό ποσοστό αρνητών του εμβολίου και νομοθετώντας σαν αυτό να ήταν η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία, η κυβέρνηση αναδεικνύεται η ίδια ως ο μεγάλος αντιεμβολιαστής, για μία σειρά από λόγους.
Η απαραίτητη εκστρατεία τεκμηρίωσης για την σημασία των εμβολίων που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μαζικό εμβολιασμό μοιάζει να μην αποτελεί προτεραιότητα για την Κυβέρνηση η οποία ακόμα και τώρα την αποφεύγει, ωστόσο ακόμα και οι προσχηματικές προσπάθειες ενημέρωσης τορπιλίζονται από τις παλινωδίες των κυβερνητικών χειρισμών σε όλη την διάρκεια της διαχείρισης της πανδημίας. Κάθε καμπάνια ενημέρωσης που βασίζεται στην πειθώ έχει ως απαραίτητη προϋπόθεση μια σχέση εμπιστοσύνης, μια εμπιστοσύνη που έχει διαρραγεί οριστικά ως αποτέλεσμα των αντιφατικών, αυταρχικών και σε πολλές περιπτώσεις παράλογων και ανούσιων πολιτικών πρακτικών και αφηγήσεων που επέλεξε η Κυβέρνηση όλο το προηγούμενο διάστημα.
Ακόμα και σήμερα δεν υπάρχει η δυνατότητα προσωποποιημένης ενημέρωσης και παρακολούθησης από γιατρούς στα εμβολιαστικά κέντρα ή τις άλλες πρωτοβάθμιες δομές του ΕΣΥ αλλά επιχειρείται ο εμβολιασμός να προχωρήσει μέσα από αποκλεισμούς και υποχρεωτικότητα. Παράλληλα την ίδια στιγμή που δεν πείθει για τις ωφέλειες από τον μαζικό εμβολιασμό, δημιουργεί έναν υπερβολικό εφησυχασμό στους εμβολιασμένους και μειώνει την δυνατότητα ιχνηλάτησης, όταν εξαιρεί πολλούς και πολλές από τη δυνατότητα δωρεάν ελέγχου. Είναι διαφορετικό να υπάρχουν κίνητρα (που προκύπτουν και από το γεγονός ότι ο εμβολιασμός περιορίζει και τη διασπορά) και οι μη εμβολιασμένοι να χρειάζεται να κάνουν περισσότερα δωρεάν τεστ, και διαφορετικό τα μέτρα να καλλιεργούν την αίσθηση ότι “οι εμβολιασμένοι δεν χρειάζεται να προσέχουν ιδιαίτερα”.
Ταυτόχρονα, η όλη διαδικασία χρησιμοποιείται ως μέσο ελαστικοποίησης των σχέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα (με τις αναστολές), και σπασίματος του ιατρικού απορρήτου στον ιδιωτικό τομέα (με την πρόσβαση του εργοδότη, και όχι του ιατρού εργασίας) στη γνώση του εάν έχει εμβολιαστεί ο εργαζόμενος – πρόσβαση που πολλές φορές μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρόσχημα για απολύσεις. Το να μην έρχονται οι μη εμβολιασμένοι υγειονομικοί σε επαφή με ευπαθείς μπορεί να επιτευχθεί με αλλαγές θέσης, και ταυτόχρονα να προχωρήσει η εκστρατεία ενημέρωσης που πρότεινε και η ίδια η επιτροπή βιοηθικής, της οποίας την εισήγηση η κυβέρνηση πέταξε στα σκουπίδια.
Επιπλέον, σε επόμενο στάδιο, οι κλειστοί χώροι όπου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί μάσκα (εστίαση, γυμναστήρια) δεν θα μπορέσουν να λειτουργήσουν χωρίς τεστ όταν η διασπορά είναι σε έξαρση και δεν έχει προχωρήσει ο μαζικός εμβολιασμός, και είναι νομοτελειακό ότι θα έχουμε νέες κυβερνητικές παλινωδίες, ενώ ταυτόχρονα τέτοιες πρακτικές κοινωνικού διαχωρισμού μόνο να πολώσουν τη κοινωνία θα καταφέρουν και όχι να πετύχουν την επιζητούμενη εμβολιαστική κάλυψη.
Ακόμα πιο σημαντικός είναι ωστόσο ο κίνδυνος που προκύπτει από το σύνολο των εξαγγελθέντων μέτρων καθώς ανάγουν τα πιστοποιητικά εμβολιασμού σε προϊόντα που θα εξασφαλίζουν μεγαλύτερη ελευθερία και πρόσβαση σε χώρους, καθιστώντας έτσι μια σειρά πολιτών αποκλεισμένους από πλευρές της κοινωνικής ζωής (κλειστοί χώροι εστίασης, διασκέδασης, γήπεδα) καθώς δεν επιτρέπεται η είσοδος ούτε με αρνητικό test. Εισάγεται έτσι μια νέα πραγματικότητα όπου θεμελιωμένες ελευθερίες μετατρέπονται σε προνόμιο ενώ ανοίγει έτσι το παράθυρο για την κανονικοποίηση μιας συνθήκης όπου τα δικαιώματα προσφέρονται σε ένα καθεστώς επιβράβευσης. Ψήγματα τέτοιων πρακτικών παρακολουθήσαμε και στα προηγούμενα κύματα της πανδημίας, ωστόσο πλέον μοιάζουν να συνιστούν τομή και να προετοιμάζουν το έδαφος για μία νέα περίοδο δυστοπικών απολυταρχικών πρακτικών που θα καθορίσουν την κυβερνητική διαχείριση του επόμενου διαστήματος.
Είναι απόλυτα σαφές ότι ο καθολικός εμβολιασμός των ενηλίκων – με την εξαίρεση όσων δεν μπορούν να εμβολιαστούν για λόγους υγείας, σχετικών νοσημάτων κλπ- είναι απαραίτητο και αναντικατάστατο όπλο αντιμετώπισης της πανδημίας. Λόγω όμως της διεθνούς κουβέντας που έχει προηγηθεί, των κυβερνητικών παλινωδιών, της γενικότερης έλλειψης εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση αλλά και τις μεγάλες φαρμακοβιομηχανίες, έχει καταστεί δύσκολος στόχος.
Μπορεί να επιτευχθεί μόνο εάν η κοινωνία, και κυρίως οι “από κάτω” που είναι και περισσότερο ευάλωτοι πειστούν και όχι με μια σειρά ιστορικά αυταρχικών και τιμωρητικών μέτρων που στοχεύουν στην διχοτόμηση του κοινωνικού ιστού και στην μετακύλιση της ευθύνης σε μερίδα της κοινωνίας.
Εμείς από τη μεριά μας:
- Διεκδικούμε την άμεση ενίσχυση του ΕΣΥ, με επενδύσεις σε νοσοκομεία και μαζικές προσλήψεις γιατρών ως την πιο διαχρονικά επιτακτική ανάγκη, αλλά και την πιο κρίσιμη συνθήκη για την αντιμετώπιση της πανδημίας.
- Θα συνεχίσουμε να διεκδικούμε μέτρα κατά της διασποράς τόσο με την αραίωση σε ΜΜΜ, χώρους εργασίας και εκπαίδευσης όσο και με την μαζική δωρεάν ιχνηλάτηση.
- Είμαστε ενάντια στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού καθώς αποτελεί ατελέσφορο μέσο το οποίο παράλληλα ανοίγει την πόρτα σε μια σειρά αυταρχικών μέτρων.
- Υπεράσπιση της δημόσιας υγείας δεν γίνεται χωρίς υπεράσπιση των δημοκρατικών και λαϊκών ελευθεριών: Αντιστεκόμαστε στα εξαγγελθέντα αυταρχικά και τιμωρητικά μέτρα τα οποία παραβιάζουν θεμελιώδεις ελευθερίες και έχουν ξεκάθαρο ταξικό πρόσημο.
- Θα συνεχίσουμε να διεκδικούμε μέτρα στους χώρους εργασίας, υπερασπιζόμενοι ταυτόχρονα το ιατρικό απόρρητο και τους/τις συναδέλφους μας απέναντι σε εκδικητικές πρακτικές, ενώ παράλληλα θα προσπαθούμε να τους πείσουμε για τη σημασία του εμβολιασμού.
- Διεκδικούμε μαζική προσωποποιημένη ενημέρωση για την ανάγκη μαζικού εμβολιασμού και σοβαρές μαζικές εκστρατείες προς αυτόν τον σκοπό, και ταυτόχρονα θα επιχειρήσουμε να αναλάβουν αυτό το ρόλο τα σωματεία αλλά και οι κοινωνικές δομές μέσα από τις οποίες παρεμβαίνουμε.
- Διεκδικούμε να σπάσουν οι πατέντες, καθώς και να μην παρασχεθεί η 3η δόση πέραν των ευπαθών στις πλούσιες χώρες, πριν καλυφθούν εμβολιαστικά και οι φτωχές χώρες του πλανήτη.
- Αντιπαρατιθόμαστε με την επικίνδυνη ακροδεξιά αφήγηση πάνω στην οποία οι φασίστες προσπαθούν να βγουν ξανά μαζικά στο δρόμο (με προεξέχοντα τα “ορφανά” της Χρυσής Αυγής, το μόρφωμα του Κασιδιάρη και ομάδες όπως η Propatria), παίρνει φοβισμένο κόσμο στο λαιμό της, και αποτελεί το καλύτερο άλλοθι για την κυβέρνηση Μητσοτάκη και για τη διάλυση του ΕΣΥ. Δεν είναι τυχαίο που όλοι οι “γνωστοί επιστήμονες”(βλ Βόβολης) που υποβαθμίζουν τη βαρύτητα της κατάστασης και ξιφουλκούν κατά των εμβολίων έχουν πολιτικές σχέσεις με την ακροδεξιά.
Οι φασίστες προσπαθούν για μια ακόμα φορά να διευρύνουν το ακροατήριο τους.Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελληνική Λύση στηρίζει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό στην Βουλή ως “εθνική ανάγκη” και ότι οι ακροδεξιοί εμφανίζονται ψευδεπίγραφα να υπερασπίζονται τα ατομικά δικαιώματα, ψαρεύοντας για μια ακόμα φορά στα θολά νερά.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να μετατρέψει μια κοινωνική δοκιμασία σε άθροισμα ατομικών επιλογών. Οι χιλιάδες νεκροί είναι κυρίαρχα δική της ευθύνη. Η αδυναμία της να πείσει για τον εμβολιασμό είναι επίσης κυρίαρχα δική της. Δεν θα μείνουμε όμως μόνο στην καταγγελία της, θα προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε στην οργάνωση εκείνων των πρακτικών που θα επιτρέψουν να βγούμε από την πανδημία όσο το δυνατόν πιο αλώβητοι, ζώντας και όχι απλώς επιβιώνοντας.
Απέναντι στην κυρίαρχη αφήγηση που θέλει σήμερα την κοινωνία διχασμένη ανάμεσα σε εμβολιασμένους και μη, εμείς εξακολουθούμε να δίνουμε τη μάχη εκεί που είναι ο πραγματικός διχασμός. Ανάμεσα στον πλούτο και τη φτώχεια, ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο.