Μάθε περισσότερα για την ιδρυτική μας συνδιάσκεψη 7-8-9 Ιανουαρίου 2022.
Η ιδρυτική μας συνδιάσκεψη γίνεται σε μια δύσκολη στιγμή. Παρά τις ενδιαφέρουσες εκλάμψεις σε κάποιους εργασιακούς και κινηματικούς χώρους, η επιθυμία και η έμπνευση για συλλογική δράση και οργάνωση, παραμένει χαμηλή. Το ενδιαφέρον που είχαμε κερδίσει με την πρότασή μας για μια νέα συλλογικότητα της αριστεράς από έναν κύκλο ανθρώπων πέρα των δύο οργανώσεων, δεν καταφέραμε σε πρώτη φάση να το μετασχηματίσουμε σε ενεργή, μαζική συμμετοχή.
Ό,τι όμως δεν καταφέρνουμε με την πρώτη, δεν σημαίνει ότι έχουμε πάψει να το χρειαζόμαστε. Το εγχείρημα μας ξεκίνησε και οφείλει να συνεχίσει την πορεία του ως ένα παράδειγμα ανασύνθεσης στην πράξη, ως μια προσπάθεια που θα υπερβαίνει την κρίση και την ήττα της υφιστάμενης αριστεράς, μέσα από τον διαρκή πειραματισμό μας σε όλα τα επίπεδα: του λόγου, της πράξης, των αξιών που το εμφορούν και των κοινά συμφωνημένων κανόνων για ισότιμη συμμετοχή και δημοκρατία που το διέπουν.
Το σχέδιο λειτουργίας της δικής μας συλλογικότητας είναι η δική μας προσπάθεια να περιγραφεί το πλαίσιο που θα διαπραγματευτούμε αυτά που μας χώριζαν στο παρελθόν σε μια νέα διαδικασία ανασύνθεσης, η παλέτα που θα επιτρέψει να αναπτυχθεί και αναμιχθεί όλη η γκάμα από διαφορετικές κουλτούρες, επιθυμίες, προσδοκίες και πολιτικές αντιλήψεις υπάρχουν, ο καμβάς για να σχεδιαστούν καινούργιοι τρόποι οργάνωσης και δράσης. Αυτή η προσπάθεια δεν μπορεί παρά να βασίζεται στον αναστοχασμό της κινηματικής εμπειρίας των προηγούμενων χρόνων που μας έχει εμπνεύσει και όσων μας έκαναν να θέλουμε να αλλάξουμε στους τρόπους οργάνωσης των συλλογικοτήτων, ή κομμάτων από τα οποία κάποιοι προερχόμαστε, ή άλλες επιλέξαμε να μη συμμετέχουμε. Για αυτό επιλέγουμε σήμερα να τοποθετηθούμε με έμφαση πάνω στα ζητήματα του νέου μας Καταστατικού.
Για το παλιό μοντέλο
Το παραδοσιακό μοντέλο των κομμουνιστικών κι αριστερών κομμάτων υποθέτει ότι ανώτατο όργανο είναι το Συνέδριο (ή η Συνδιάσκεψη) που γίνεται κάθε 2-4 χρόνια, αποφασίζει τις «Θέσεις» και εκλέγει μια Κεντρική Επιτροπή, η οποία ως μια «κυβέρνηση» υλοποιεί το πρόγραμμά της και καθοδηγεί τη βάση σύμφωνα με αυτό. Το μοντέλο αυτό έχει εξαντλήσει την χρησιμότητά του σε άλλες συνθήκες και δεν αντιστοιχεί πια στις ανάγκες μας.
Η πολιτική όπως την κάνουμε και όπως την χρειαζόμαστε, παράγεται σε άλλους ρυθμούς από αυτούς των Συνεδρίων. Οι σημαντικές αποφάσεις που καλούμαστε να λαμβάνουμε αφορούν συνεχώς νέες καταστάσεις και δεν αντιστοιχίζονται εύκολα σε κείμενα «Θέσεων», ούτε καν με μια σειρά άπειρων μεσολαβήσεων και υποθέσεων. Μια Συνδιάσκεψη -σαν αυτή που θα κάνουμε σε λίγες ημέρες- ούτε μπορεί να προβλέψει τα ζητήματα που θα δημιουργηθούν, ούτε προλαβαίνει να συζητήσει ισότιμα και βαθιά αυτά που ήδη μας καίνε σήμερα.
Στην πράξη λοιπόν, οι σημαντικές αποφάσεις επαφίενται στο εκλεγμένο κεντρικό όργανο. Με τι κριτήρια όμως εκλέγονται τα μέλη του από την πανελλαδική συνδιάσκεψη; Με ποιον τρόπο τα μέλη του καταφέρνουν ισότιμα να συνδιαμορφώνουν τις αποφάσεις του;
Υποθέτουμε ότι τα μέλη εκλέγονται από τη Συνδιάσκεψη με βάση τις ατομικές τους πολιτικές απόψεις, ή την τάση που εκπροσωπούν – είναι αυτό όμως κάτι που βοηθά στην συλλογική μας λειτουργία και συγκρότηση; Ποιοι και ποιες τολμούν να βάλουν υποψηφιότητα και ποιοι και ποιες έχουν τα μέσα, την αναγνωρισιμότητα, την εμπειρία για να εκλεγούν; Νεότερα μέλη, μέλη από μικρότερες συνελεύσεις, ή στη δική μας περίπτωση, μέλη που δεν προέρχονται από τις τρεις προ-υφιστάμενες οργανώσεις είναι φανερό ότι μειονεκτούν και στην πράξη δεν θα θέσουν καν υποψηφιότητα.
Για να αντιμετωπιστεί αυτό το έλλειμμα, οι οργανώσεις μέχρι τώρα φτάνουν στην πατερναλιστική πρακτική η απερχόμενη διοίκηση να προτείνει την επόμενη, κάτι που υποβιβάζει την όποια δημοκρατική λειτουργία σε μια τυπική διαδικασία νομιμοποίησης. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι/ες, αν «στήσουμε κάλπες» στην πρώτη μας συνδιάσκεψη, είμαστε σίγουροι/ες ότι θα έχουμε επαρκείς νέες υποψηφιότητες, ή θα αναγκαστούμε να ανακυκλώσουμε τις ίδιες ηγεσίες;
Το γνωρίζουμε από την εμπειρία μας, η πρακτική αυτή τείνει να αναπαράγει τις ίδιες ηγεσίες, τις ίδιες παγιωμένες ιεραρχίες και ρόλους, και τελικά το ίδιο γραφειοκρατικό, πατριαρχικό μοντέλο λειτουργίας που μας απωθεί σε όλη την ιστορία της αριστεράς. Εξάλλου, με αυτό τον τρόπο εκλογής της ηγεσίας, δεν υπάρχει κανένας πραγματικός τρόπος ελέγχου και ανάκλησης της από τη βάση, καθώς η Συνδιάσκεψη, το σώμα δηλαδή που τους εκλέγει και άρα οφείλει να τους ελέγχει, διαλύεται την επόμενη ημέρα.
Το μοντέλο αυτό όμως, όπως μάθαμε από τη εμπειρία μας, εγείρει και θέματα αποτελεσματικότητας: ένα κεντρικό όργανο που εκλέγεται κάθε 2-3 χρόνια σύντομα καθίσταται δυσλειτουργικό. Καθώς -ευτυχώς- τα μέλη του δεν είναι επαγγελματίες πολιτικοί, συχνά αποσύρονται ή αδρανοποιούνται και δεν μπορούν να αντικατασταθούν νόμιμα και δημοκρατικά παρά μόνο με αμφιλεγόμενες πρακτικές «διορισμού» από την υπόλοιπη ηγεσία.
Τέλος, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι η παραδοσιακή αυτή δομή, κοινή άλλωστε και σε όλα τα αστικά κόμματα, προσιδιάζει και μιμείται την αστική πολιτική: παραπέμπει σε μια δημοκρατία μέσω αντιπροσώπων, οι οποίοι δεν λογοδοτούν και δεν ελέγχονται από το εκλογικό σώμα παρά μόνο στις επόμενες εκλογές, με μια κυβέρνηση που έχει όλη την εξουσία στα χέρια της και υποτίθεται ότι υλοποιεί ένα πρόγραμμα με το οποίο εκλέχθηκε.
Το δικό μας όραμα για την κοινωνία, οι ιστορικές και κινηματικές μας αναφορές, από την Παρισινή Κομμούνα και τα Σοβιέτ ως τις πλατείες και τα αιτήματα για «πραγματική» ή «άμεση δημοκρατία», απορρίπτουν την αστική, αντιπροσωπευτική δημοκρατία και κατεβάζουν «όλη την εξουσία» στη βάση των εργαζομένων, των μελών, της κοινωνίας.
Το ίδιο άλλωστε προσπαθούμε μέσα από τη συμμετοχή μας στα σημερινά κινήματα και τις δομές τους, τα συντονιστικά σωματείων ή γενικών συνελεύσεων. Πάντα ζητάμε τα δευτεροβάθμια όργανα να βασίζονται στα πρωτοβάθμια, στις αποφάσεις των συνελεύσεων, να μην αυτονομούνται και να μην αποφασίζουν ό,τι θέλουν οι αντιπρόσωποι. Δεν μπορούμε να κρατάμε για τον εαυτό μας ένα διαφορετικό μοντέλο λειτουργίας από αυτό που θέλουμε για τα κινήματα και την κοινωνία. Μια τέτοια πρακτική δεν πείθει ότι πράγματι παλεύουμε για έναν κόσμο ισότητας και τελικά αλλοιώνει την ίδια την πολιτική μας.
Στα μέχρι τώρα κείμενά μας αποδεχόμαστε θεωρητικά ότι οι συνελεύσεις αποτελούν το πραγματικό κύτταρο μιας ζωντανής συλλογικότητας. Αν όμως οι συνελεύσεις δεν εκπροσωπούνται ως τέτοιες στο κεντρικό όργανο, αν ο λόγος και οι αποφάσεις τους δεν μεταφέρονται και δεν συνδιαμορφώνουν τη συνολική μας στάση, στην πράξη απονεκρώνονται, ενώ το συντονιστικό καταλήγει να λειτουργεί ως αποσυνδεδεμένο όργανο, μακριά από την πραγματική συζήτηση των μελών. Οι συνελεύσεις καθίστανται ένας χώρος σχολιασμού και συζήτησης, χωρίς πραγματικά αποφασιστικό χαρακτήρα, ή ένας ιμάντας μεταβίβασης και υλοποίησης των κεντρικών αποφάσεων, ο οποίος (υπο)λειτουργεί μόνο κάτω από τη διαρκή πίεση της ηγεσίας – τάσεις που τις βιώσαμε στη μέχρι τώρα συλλογική ζωή μας.
Η πρότασή μας
Μια ζωντανή πολιτική διαδικασία, χρειάζεται συνεχή συζήτηση και συνδιαμόρφωση στη βάση, ανάμεσα στα μέλη και τις συνελεύσεις. Χρειάζεται διαρκή κυκλοφορία και μοίρασμα της γνώσης, της εμπειρίας, των απόψεων. Χρειάζεται συνεχή επικοινωνία και ανάδραση ανάμεσα στη «βάση» και την «ηγεσία».
Χρειάζεται τελικά μια νέα αντίληψη για την ίδια την ηγεσία. Μια ηγεσία που δεν θα «γνωρίζει» και «καθοδηγεί» μια βάση που ακολουθεί (ή δεν ακολουθεί), αλλά μια ηγεσία που θα «διοικεί υπακούοντας». Θα νοιάζεται να ακούει κι όχι να πείθει, να μοιράζεται και όχι να ξεχωρίζει. Χρειάζεται να αποφύγουμε την αναπαραγωγής μιας κλειστής κάστας ηγετικών στελεχών και να δώσουμε χώρο σε νέα μέλη, σε γυναίκες, σε άτομα με λιγότερα μέσα, χρόνο ή εμπειρίες.
Με αυτή τη λογική, στηρίζουμε τη συγκρότηση του Πανελλαδικού Συντονιστικού από αιρετούς/ές και ανακλητούς/ές εκπροσώπους των συνελεύσεων. Δεν πρόκειται για μια επιμέρους διαφωνία στον τρόπο εκλογής του κεντρικού οργάνου, αλλά για μια διαφορετική αντίληψη για τη δομή και τη λειτουργία όλης της συλλογικότητας, η οποία αναπόδραστα θα αντανακλάται και στην πρακτική της, στον τρόπο που θα παράγει πολιτικό λόγο και δράση.
Πιστεύουμε ότι οι αποφάσεις του Συντονιστικού πρέπει να βασίζονται στις αποφάσεις και τις κατατεθειμένες απόψεις των Συνελεύσεων – και άρα τα μέλη του Συντονιστικού να δεσμεύονται από και να εκπροσωπούν τις Συνελεύσεις από τις οποίες προέρχονται. Για αυτό και προτείνουμε την εκλογή των μελών από τις ίδιες τις συνελεύσεις. Με αυτόν τον τρόπο, εξασφαλίζεται ο πραγματικός έλεγχος από τη βάση και η δυνατότητα ανάκλησης, αλλά και αντικατάστασης ενός μέλους που έχει κουραστεί. Δίνεται η δυνατότητα σε ανθρώπους που μάλλον δεν θα έβαζαν ποτέ υποψηφιότητα σε μια πανελλαδική συνδιάσκεψη, να το κάνουν με την ενθάρρυνση και υποστήριξη των συντρόφων και συντροφισσών τους και να αναλάβουν την εκπροσώπηση της συνέλευσής τους, για όσο μπορούν.
Για να διευρύνουμε ακόμα περισσότερο αυτή τη δυνατότητα, προτείνουμε και την εκλογή και αναπληρωματικών μελών, τα οποία θα εξασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία του Συντονιστικού όταν τα βασικά μέλη αδυνατούν να συμμετέχουν, ή αποχωρούν. Παράλληλα, οι συμπληρωματικές αυτές θέσεις θα βοηθούν στην προετοιμασία και εκπαίδευση περισσότερων μελών μας. Επιπλέον, η εκλογή των μελών του Συντονιστικού από τις συνελεύσεις, θα ενθαρρύνει κάποιες πολυπληθείς συνελεύσεις να σπάσουν σε τοπικό επίπεδο και άρα μέσω της εκλογής δικού τους μέλους στο Συντονιστικό, να ενεργοποιηθούν πιο έντονα και να αναπτύξουν την δική τους καθημερινή ζωή.
Πιστεύουμε ότι μόνο αυτή η διαρκής και ζωντανή σχέση βάσης και Συντονιστικού, θα κρατά πραγματικά ζωντανές τις συνελεύσεις, οι οποίες θα μοιράζονται έτσι την ευθύνη για όλες τις σημαντικές αποφάσεις. Από την άλλη, ελπίζουμε ότι με αυτόν τον τρόπο εξανθρωπίζεται και η λειτουργία του ίδιου του Συντονιστικού, καθώς δεν θα αποτελεί μια ατέρμονη διαδικασία ανταλλαγής ατομικών απόψεων με στόχο την (συνήθως αδύνατη) πειθώ, αλλά μια διαδικασία μεταφοράς και σύνθεσης μιας συζήτησης που γίνεται εκεί που πρέπει, δηλαδή στη βάση.
Φυσικά, δεν είμαστε αφελείς για να πιστεύουμε ότι κάποια οργανωτική λύση θα μας λύσει όλα τα πολιτικά προβλήματα. Αν όμως αναπαράγουμε κι εμείς το ίδιο προβληματικό μοντέλο λειτουργίας με όλη τη δεδομένη αριστερά, τότε κινδυνεύουμε να αναπαράγουμε μαζί του και όλα τα πολιτικά προβλήματα που συνδέονται μαζί του.
Αναγνωρίζουμε επίσης ότι η πρότασή μας ενέχει πιθανά προβλήματα και κινδύνους. Στην περίπτωση για παράδειγμα που η συλλογικότητα διαχωριστεί σε ένα στρατηγικό θέμα στα δύο και η μία πλευρά κυριαρχεί σε όλες τις συνελεύσεις, κινδυνεύει η δυνατότητα εκπροσώπησης της μειοψηφίας. Ακόμα κι αν δεν αντιμετωπίζουμε σήμερα τέτοιο ενδεχόμενο, πιστεύουμε ότι η διαφύλαξη των δικαιωμάτων της μειοψηφίας είναι πάντα πολύτιμη αρχή. Πιστεύουμε όμως επίσης ότι εξαρτάται πολύ περισσότερο από τη συντροφικότητα, τη δημοκρατική λειτουργία, την ελεύθερη διακίνηση απόψεων και πληροφοριών, την μη παγίωση ηγεσιών, την πάλη ενάντια στη γραφειοκρατία, παρά από τη δυνατότητα εκλογής μιας παγιωμένης μειοψηφίας σε ένα όργανο.
Εξάλλου, κανένας από τους τρόπους εκλογής δε μπορεί να εξασφαλίσει την εκπροσώπηση όλων των μειοψηφιών στα ζητήματα που είναι τώρα ανοιχτά, ή αυτά που θα προκύψουν στο μέλλον. Η πρότασή μας απαντάει στην ανάγκη να απομακρυνθούμε από τη ροπή προς μια από τα πάνω, επιβεβλημένη “ορθοδοξία”, αλλά ταυτόχρονα γνωρίζουμε ότι ακόμα και με τις πιο δημοκρατικές δομές που έχουμε σκεφτεί μέχρι τώρα, υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο οι διαφωνίες να μετατρέπονται σε ανταγωνισμούς εξουσίας. Δεν έχουμε έτοιμες απαντήσεις για όλα. Μόνο απογοήτευση για το παλιό, ελπίδα για εμάς και μια βασική εμπιστοσύνη στους ανθρώπους που γνωρίζουμε και είμαστε μαζί.
Να μην επιστρέψουμε στην κανονικότητα
Με την πρότασή μας για μια νέα συλλογικότητα της αριστεράς, υποσχεθήκαμε ότι θα αναζητήσουμε και δοκιμάσουμε νέες μορφές οργάνωσης και πολιτικής πρακτικής, επιδιώκοντας να δοθεί πρωταγωνιστικός ρόλος στα μέλη της νέας συλλογικότητας. Διακηρύξαμε ότι κύτταρο και αποφασιστικό κέντρο μας είναι οι συνελεύσεις βάσεις. Μπροστά στην ιδρυτική μας συνδιάσκεψη, η δομή που επιλέγουμε θα πρέπει να αντιστοιχεί σε αυτό που διακηρύττουμε, σε αυτά που υποσχεθήκαμε. Το Συντονιστικό με αιρετές και ανακλητούς από τις συνελεύσεις επιδιώκει να κάνει ακριβώς αυτό.
Η απόκλιση από την κανονικότητα της δεδομένης αριστεράς, η οικοδόμηση της δικής μας αριστεράς, πρέπει να αποτυπωθεί με γενναίες πράξεις που επαναπροσδιορίζουν τί είναι σωστό και ωραίο, πέρα από την πεπατημένη. Το Συντονιστικό με αιρετές και ανακλητούς από τις συνελεύσεις αποτελεί τομή με το χθες, έναν άλλο δρόμο να οργανώνουμε τη συλλογική ζωή. Ας πειραματιστούμε λοιπόν, κι έχουμε μετά το περιθώριο, με συντροφικότητα και διαρκή περισυλλογή, να διορθώσουμε τα όποια λάθη.
Μελίνα Αζούδη, Χρήστος Ανδριανόπουλος, Παντελής Απότσος, Ναταλία Αυλώνα, Κωνσταντίνα Γιάννου, Αλέξανδρος Ζάνος, Ντία Κεραμειδά, Ελπίδα Μαργαρίτη, Χρήστος Μπακέλας, Μπάμπης Νανακούδης, Νίκος Νικήσιανης, Βασίλης Πανόπουλος, Μαρία Παπαδόπουλου, Φανή Πλωμαρίτη, Αλέξανδρος Ράπτης, Έμμυ Τζίμουλα, Δημήτρης Τότσος, Κωνσταντίνος Τσούτσης, Αλκμήνη Φιρτινίδου – Στεργίου, Στέλιος Φωτεινόπουλος