Γράφουν οι Δημήτρης Αδαμόπουλος & Μιχάλης Κατερίνης Λινάρδος.
Άλλη μία Τετάρτη
Στις 4/12/2019 πραγματοποιήθηκε στην ΑΣΟΕΕ ανοιχτή δημόσια εκδήλωση των πολιτικών οργανώσεων Αναμέτρηση, Αριστερή Ανασύνθεση, Διεθνιστική Εργατική Αριστερά και Συνάντηση για μια αντικαπιταλιστική και διεθνιστική Αριστερά.
Μια εκδήλωση που προέκυψε ως φυσική συνέχεια του κοινού κειμένου που δημοσίευσαν οι παραπάνω τον Ιούλιο του 2019 δηλώνοντας την πρόθεσή τους να συγκροτήσουν έναν κοινό τόπο διαλόγου και δράσης. Η εκδήλωση χαρακτηρίστηκε από μαζική συμμετοχή μελών, ανένταχτων αγωνιστών και αγωνιστριών καθώς και εκπροσώπων από πλήθος οργανώσεων της αριστεράς. Πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη και ανοιχτή συζήτηση κατά τη διάρκεια της οποίας δόθηκε βήμα σε μεγάλο αριθμό συντρόφων και συντροφισσών να εκθέσουν σκέψεις και απόψεις για τη συγκρότηση και την οργάνωση του τόπου που θα ξανασυναντηθούμε. Με αυτοκριτική διάθεση, με προτάσεις και ιδέες.
Μέχρι εδώ όλα καλά. Ο αναγνώστης και η αναγνώστρια του παρόντος κειμένου είναι πολύ πιθανόν να σκέφτεται πως στην ΑΣΟΕΕ έγινε μια ακόμα εθιμοτυπική “ενωτική” εκδήλωση όπου πραγματοποιήθηκε μια παρέλαση γραμμών, για μια ακόμα πρωτοβουλία που θα ξεθυμάνει και θα ξεχαστεί. “Πήγαν, μαζεύτηκαν, συμφώνησαν, διαφώνησαν, τα είπαν και τα ξέχασαν. Αύριο μεθαύριο θα τσακωθούν για το ποια οργάνωση θα χει το πρώτο πανό στη πορεία, ποια γραμμή θα επικρατήσει στο τάδε ζήτημα κ.λ.π.”. Εμείς από τη πλευράς μας θέλουμε να πιστεύουμε ότι την Τετάρτη μπήκαν οι βάσεις για να γίνει ένα σημαντικό βήμα, ακόμα και αν αυτό δεν κρίνεται εξ ολοκλήρου στη κουβέντα που έγινε ένα απόγευμα μέσα σε ένα αμφιθέατρο της ΑΣΟΕΕ.
Πέρα από τις συμφωνίες και τις διαφωνίες
Είναι σύνηθες και πράγματι και στη διαδικασία της Τετάρτης πολλές τοποθετήσεις έθεσαν ως κεντρικό διακύβευμα, αν και με διαφορετικές οπτικές, το να ορίσουμε τις κατά τη γνώμη τους “κρίσιμες πολιτικές συμφωνίες”, υπονοώντας και τις αντίστοιχες “κρίσιμες πολιτικές διαφωνίες”. Ο λόγος για τον οποίο πιστεύουμε αυτή η πρωτοβουλία έχει σημασία – και ο λόγος που ενδεχομένως και αυτές οι τοποθετήσεις σε ένα βαθμό δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία της – είναι γιατί καταλαβαίνει ότι το πλαίσιο αυτών των συμφωνιών και αυτών των διαφωνιών μάλλον δεν επαρκεί για να ορίσει μια αριστερά που να μπορεί να ανταποκριθεί στα μεγάλα ερωτήματα της εποχής μας. Σχηματικά, τα ανοιχτά ερωτήματα και κενά για τη νέα αριστερά είναι πολύ μεγαλύτερα από τα σημεία στα οποία μπορούμε να συμφωνήσουμε και να διαφωνήσουμε. Επομένως ξεκινάμε από μία πρωτοβουλία που, όπως φάνηκε και στην κουβέντα, δεν επιλέγει να υποστηρίξει την ανάγκη συσπείρωσης πάνω σε ένα διακύβευμα ή την οικοδόμηση ενός μετώπου πάνω σε μία προϋπάρχουσα κοινή πολιτική ταυτότητα αλλά προσπαθεί να αναδείξει ως κυρίαρχη τη συζήτηση για το στρατηγικό κενό.
Υπάρχουν δύο αφηγήσεις τις οποίες πρέπει να υπερβούμε προσεγγίζονται τη κουβέντα για το στρατηγικό κενό. Ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι το καλοκαίρι του 15 αποτέλεσε ήττα για το σύνολο της αριστεράς και άφησε πίσω του την ανάγκη για μία μεγάλης τάξης συζήτηση για μία σύγχρονη αντικαπιταλιστική στρατηγική. Αυτή τη παραδοχή “σε τελευταία ανάλυση” την κάνουν οι περισσότεροι χώροι της αριστεράς. Ωστόσο από εκεί ξεκινάει μία κουβέντα προτεραιοτήτων και εκεί συχνά η ανάγκη στρατηγικών και πολιτικών υπερβάσεων φαίνεται να υποβαθμίζεται. Αυτό γίνεται είτε από τη σκοπιά του “δεν χάσαμε όλοι το ίδιο”, το οποίο καταλήγει στην ανάγκη να διαφυλαχτεί η ταυτότητα της “λιγότερο ηττημένης αριστεράς”, είτε με άξονα το “να είμαστε όλοι μαζί” το οποίο φωτογραφίζει τον κατακερματισμό ως κυρίαρχο πρόβλημα πολύ περισσότερο από το τα ίδια τα πολιτικά αδιέξοδα.
Από την άλλη ακόμη και αν θέσουμε τον στρατηγικό διάλογο ως κυρίαρχο διακύβευμα είναι σαφές ότι μία εκδήλωση παρουσίασης του βασικού σκεπτικού και μόλις μερικών ωρών δεν στοχεύει ακριβώς στο να “επιλύσει” ζητήματα γραμμής. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι πάντα θεμιτό, ελπιδοφόρο και ουσιαστικό σε τέτοιες συζητήσεις να μπαίνουν σημεία αναφοράς σε πολιτικές προσεγγίσεις και αναλύσεις. Αυτό που έχουμε ανάγκη να συζητήσουμε σε πρώτο χρόνο είναι το είδος και η δομής της διαδικασίας διαλόγου και ποια η μεθοδολογία κοινωνικής και πολιτικής παρέμβασης η οποία μας επιτρέπει να κάνουμε υπερβάσεις σε επίπεδο στρατηγικού σχεδίου. Κάνοντας λοιπόν μία αντιστροφή ενός πιο κλασσικού σχήματος, θα θέλαμε να ξεπεράσουμε έναν τρόπο σκέψη που αναζητά τη πολιτική γραμμή μέσω συσπειρώσεων, συμμαχιών, συγκροτήσεων προκειμένου να ορίσει και νέα συλλογικά υποκείμενα και να δούμε μέσω από τι τύπου συλλογικά υποκείμενα, με ποιες μεθοδολογίες και με ποια κουλτούρα μπορούν να καταλήξουμε σε ουσιαστικές υπερβάσεις στο επίπεδο της πολιτικής γραμμής.
Να φτιάξουμε τον τόπο που θα ξανασυναντηθούμε
Ξεκινάμε όμως από το μηδέν; Κρίνουμε εύλογα πως όχι. Έχουμε την τύχη να κάνουμε αυτή τη συζήτηση στη βάση των κοινών εμπειριών και βιωμάτων μας. Έχοντας απολογίσει πολιτικές αποφάσεις, δράσεις και μεθόδους του παρελθόντος. Ήδη εδώ και καιρό τα μέλη μας συμμετέχουν σε μια σειρά εγχειρημάτων σε διάφορους κοινωνικούς χώρους και σχήματα. Έχουμε συζητήσει και έχουμε δώσει από κοινού αγώνες σε παρατάξεις στη τοπική αυτοδιοίκηση, σε αντιφασιστικές πρωτοβουλίες, σε χώρους αλληλεγγύης και κοινωνικής δράσης σε επίπεδο γειτονιάς, σε πρωτοβουλίες ενάντια στη περιβαλλοντική καταστροφή, καθώς και σε συνδικαλιστικά σχήματα. Παράλληλα, έχουμε, με διαφορετικούς τρόπους, ζήσει από κοινού την εμπειρία του 10-15, τα πολιτικά ερωτήματα και τις κοινωνικές καταστάσεις που γέννησε.
Είναι σαφές ότι δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Ακόμα και αν αναγνωρίζουμε το στρατηγικό κενό και θεωρούμε ότι διαπερνά όλες τις εκφάνσεις της αριστεράς, την ίδια στιγμή αναγνωρίζουμε μέσα στην ελληνική αριστερά ένα μεγάλο πλούτο κοινωνικών και πολιτικών παραδειγμάτων. Αυτό προφανώς αφορά και πολιτικές δυνάμεις ευρύτερες της πρωτοβουλίας καθώς και κοινωνικές δυναμικές που δημιουργούνται και ζουν “εντός/εκτός” της ελληνικής αριστεράς. Το θέμα καταλήγει ωστόσο στο πως η ίδια αριστερά μπορεί να δει αυτόν τον πλούτο πέρα από στεγανά των δικών της συλλογικών κεκτημένων, να τροφοδοτήσει και να συμμετάσχει στον κοινωνικό πειραματισμό και να προσπαθήσει να βγάλει πολιτικά συμπεράσματα. Ο συλλογικός πλούτος υπάρχει, αυτό που πρέπει να φανταστούμε είναι τι θα μπορούσε να προσφέρει η συλλογική του επεξεργασία.
Μέσω της πρωτοβουλίας έχουμε ήδη ανοίξει τη συζήτηση του συντονισμού και της πολιτικής επεξεργασίας σε διάφορα επιμέρους πεδία (φεμινιστικό, εργασιακά, περιβάλλον) και πιστεύουμε πως στο άμεσο μέλλον μπορούμε και να εμβαθύνουμε αλλά και να έχουμε κοινή πολιτική στόχευση. Πιστεύουμε πως με κεκτημένα το συντροφικό αίσθημα, την ειλικρίνεια και τον αλληλοσεβασμό οι διαδικασίες αυτές έχουν τη δυνατότητα να γίνουν πιο ανοιχτές και οριζόντιες. Να στρέφουν τη ματιά τόσο στη πολιτική ζύμωση, τη παραγωγή κοινών επεξεργασιών και παρέμβασης, όσο και στην εξώστρεφη κατεύθυνση, ανοίγοντας τη συζήτηση σε ανένταχτους και ανένταχτες αλλά και συνολικότερα στη κοινωνία.
Η παραπάνω διαδικασία σίγουρα δεν είναι τόσο εύκολη όσο ίσως ακούγεται. Χρειάζεται να ξεπεράσουμε όλοι και όλες εγγεγραμμένα στο DNA μας ταμπού και να δώσουμε χώρο και χρόνο στη πολιτική συζήτηση που θα συνθέσει. Νομίζουμε όμως πως το τελικό διακύβευμα ξεπερνά και εμάς και τις επιμέρους διαφορές μας.
… αλλά και που θα ανταμώσουμε για πρώτη φορά
Η συγκυρία και τα γεγονότα του τελευταίου χρονικού διαστήματος δείχνουν πως υπάρχει και η κοινωνική βάση αλλά και η διάθεση, όχι μόνο να ξανασυναντηθούμε αλλά να έρθουμε και σε επαφή με ένα νέο δυναμικό κόσμου που αγωνίζεται. Οι μαζικές κινητοποιήσεις για την υπεράσπιση του περιβάλλοντος, το φοιτητικό κίνημα που με συνεχώς αυξανόμενη ένταση και μαζικότητα υπερασπίζεται το πανεπιστημιακό άσυλο και τα αιτήματά του για την αποφυγή των διαγραφών και των διδάκτρων στους δρόμους και στις συνελεύσεις, η εντυπωσιακά μαζική πορεία της 17ης Νοέμβρη, το αντικατασταλτικό αντανακλαστικό της νεολαίας και του προοδευτικού κόσμου κάθε ηλικίας όπως αυτό εκφράστηκε στη πορεία μετά τα γεγονότα στην ΑΣΟΕΕ, στη πολύ μεγάλη αντικατασταλτική συναυλία στα Προπύλαια στις 30 Νοέμβρη και η δυναμική και μαζική συνέχεια που δόθηκε στη πορεία μνήμης της 6ης Δεκέμβρη αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα, τα οποία έχουν και μια ακόμα ανάγνωση. Η συγκυρία απαιτεί από εμάς την πολιτική δράση.
Η Αριστερά οφείλει να λάβει το μήνυμα, να το μεταφράσει και να το μετουσιώσει. Είναι μέρος της δικής μας ευθύνης να δημιουργήσουμε πλατιές δημοκρατικές διαδικασίες που θα προκαλούν γεγονότα, γύρω από τα οποία θα επανασυσπειρωθεί τόσο το αποστρατευμένο δυναμικό που αποστασιοποιήθηκε απογοητευμένο μετά από συνεχόμενες ήττες όσο και νέοι σύντροφοι και συντρόφισσες, και που θα οργανώσει τη ταξική πάλη. Απέναντι σε αυτά τα διακυβεύματα, έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που δεν είναι εύκολο να μιλήσουμε για την αριστερά που “έχει την απάντηση”. Ωστόσο, μπορούμε να φανταστούμε και να μιλήσουμε για μία ζωντανή αριστερά, κοινωνικά ενεργή και πολιτικά δραστήρια, που με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά θα μπορέσει να συγκρουστεί και να απαντήσει στα μεγάλα ανοιχτά ερωτήματα της εποχής μας. Σε αυτή τη βάση αν το αποτύπωμα της εκδήλωσης είναι ότι ενδεχομένως δεν έχουμε τις απαντήσεις, αλλά έχουμε τη βούληση να τις αναζητήσουμε συλλογικά, έχουμε κάθε λόγο να είμαστε χαρούμενοι και χαρούμενες.
Ζούμε σε μία συγκυρία που ο σφυγμός της κοινωνίας δείχνει να επανακάμπτει, παρόλη τη καταπίεση, τη συσσωρευμένη κούραση και την απογοήτευση. Μια εποχή που φαντάζει ιδιαίτερα κρίσιμη όμως και για το μέλλον της Αριστεράς ως πολιτικός χώρος και ανταγωνιστικός πόλος. Μία εποχή μέσα στην οποία το να καταστεί η Αριστερά με όρους κοινωνικής αντιπολίτευσης ως ο κυρίαρχος πόλος ενάντια στη δεξιά, συντηρητική λαίλαπα, αποτελεί μείζον ζήτημα και αυτή η ευθύνη αισθανόμαστε πως οφείλει να μας βαραίνει συνεχώς. Το παραπάνω μεταφράζεται και στην ευθύνη αυτή η νέα προσπάθεια να μετουσιωθεί σε κάτι νέο, ελπιδοφόρο και κοινωνικά χρήσιμο. Είναι συλλογική ευθύνη και εμείς είμαστε σίγουροι πως θα δώσουμε τη μάχη να πετύχει τους στόχους της. Με συντροφικότητα, ειλικρίνεια, σεβασμό και πίστη.
Ο Μάνος Χατζιδάκις είχε πει το 1989 πως υπάρχουν τραγούδια που γράφονται για να εμπνεύσουν και άλλα που γράφονται για να διασκεδάσουν. Εμείς ζητάμε από τον αναγνώστη και την αναγνώστρια να σκεφτεί σε ποιων τραγουδιών τη σύνθεση θέλει να συνεισφέρει.