Έχοντας συμπληρώσει πάνω από δύο χρόνια πανδημίας, η κυβέρνηση επιλέγει να φέρει προς ψήφιση στη Βουλή ένα νομοσχέδιο για τη πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, στα 50 του άρθρα του οποίου δεν προβλέπεται καμία βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης των πολιτών. Αντίθετα, πρόκειται για ένα ιδιαίτερα αντιδραστικό νομοσχέδιο, το οποίο ακολουθώντας τη λογική παλαιότερων νομοθετημάτων (βλέπε ν/σ Παπαδόπουλου και Αβραμόπουλου) περνάει ακόμα μεγαλύτερο μέρος της πρωτοβάθμιας φροντίδας στον ιδιωτικό τομέα.
Η βασική του λογική είναι η επέκταση των ΣΔΙΤσ.1Συμπράξεις Δημοσίου & Ιδιωτικού Τομέα, κάτι το οποίο εκφράζεται τόσο στα άρθρα για τους ελεγκτικούς μηχανισμούς των παρόχων και την ΠΦΥσ.2Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας όσο και στα άρθρα για τα απογευματινά χειρουργεία. Αποτέλεσμα της υπερίσχυσης αυτής της λογικής θα είναι η εμπέδωση κακής διαχειριστικής ιατρικής που θα καλύπτει πλέον μόνο στοιχειώδεις ανάγκες. Ειδικά για τα απογευματινά χειρουργεία, το επιχείρημα της “αποσυμφόρησης” των λιστών αναμονής -που προτάσσεται από τη πολιτική ηγεσία του υπουργείου υγείας- είναι ουσιαστικά επίπλαστο μιας και οι έχοντες θα παίρνουν τη θέση των οικονομικά ασθενέστερων καθώς δεν αυξάνονται παράλληλα τα χειρουργικά τραπέζια, η ανάνηψη και οι κλίνες μετεγχειρητικής αποκατάστασης. Επιπλέον, το ταμείο -ή η ιδιωτική ασφάλεια- θα αποζημιώνει μόνο το 70% που αντιστοιχεί στα ΚΕΝσ.3Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια, ενώ το υπόλοιπο 30% θα είναι πλέον το νομιμοποιημένο φακελάκι του γιατρού.
Το νομοσχέδιο θεσπίζει επιπλέον τον προσωπικό γιατρό (με αναλογία 1/2000 εγγεγραμμένους πολίτες), εγκαταλείποντας τη λογική του οικογενειακού γιατρού. Μια αλλαγή στη κατεύθυνση του αγγλικού μοντέλου ΠΦΥ, που θα εμποδίζει σημαντικά την παραπομπή σε εξειδικευμένους γιατρούς (gatekeeping) ώστε να παραμένει χαμηλά τόσο το κόστος όσο και η επισκεψιμότητα και η χρήση υπηρεσιών υγείας. Οδηγούμαστε έτσι σαφώς σε ένα σύστημα που θα λειτουργεί ακόμα περισσότερο στη λογική της αγοράς και του πελατολογίου, όπου η πληρωμή θα γίνεται “με το κεφάλι”, ο φόρτος εργασίας των υγειονομικών θα αυξηθεί ραγδαία -σε μια περίοδο που ο μέσος όρος ενός ραντεβού είναι ήδη στα 10 περίπου λεπτά- και η ολιστική ασθενοκεντρική προσέγγιση θα αντικατασταθεί από τη γρήγορη διεκπεραίωση μέσω συνταγογράφησης (κυρίως στο δημόσιο), ενώ τέλος, οι χρόνια πάσχοντες θα βρεθούν ακόμα πιο πίσω στις ουρές και θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο η δυσκολία να κλειστεί ένα ραντεβού και οι αναμονές.
Η περαιτέρω ιδιωτικοποίηση της πρωτοβάθμιας υγείας έρχεται μέσα από τις ενοποιήσεις των δημοσίων δομών υγείας. Αυτό προβλέπεται να γίνει είτε μέσω συμπράξεων με εργολάβους (τα ΣΔΙΤ, όπως αναφέρεται και παραπάνω), είτε διορίζοντας απευθείας ιδιώτες σε κέντρα υγείας και τα ΤΟΜΥσ.4Τοπικές Ομάδες Υγείας, δίνοντάς τους ταυτόχρονα το δικαίωμα να διατηρούν τα ιδιωτικά τους ιατρεία. Με αυτό τον τρόπο, κατονομάζει ιδιώτες κι εργολάβους «προσωπικούς γιατρούς», τους αναθέτει ένα Χ πληθυσμό ευθύνης ενώ θα παζαρέψει και μαζί τους τον τρόπο αποζημίωσης τους, ορίζοντας παράλληλα αντίτιμο επίσκεψης για τον/την ασθενή. Είναι λοιπόν σαφές, πως καταργώντας το δημόσιο οικογενειακό γιατρό η κυβέρνηση στρώνει το δρόμο για την πλήρη ιδιωτικοποίηση του της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και όχι μόνο.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως με πρόσφατη τροπολογία του υπουργείου υγείας σταματά από τέλη Απριλίου η δυνατότητα πρόσβασης των ανασφάλιστων στους ιδιώτες.. ενώ προβλέπεται να προσληφθούν στο ΕΣΥ και ιδιώτες με part time συμβάσεις για να καλύπτουν τις εφημερίες και να κρύψουν έτσι κάτω από το χαλί την απουσία προσλήψεων για τις πολλάκις διαπιστωμένες πάγιες και διαρκείς ανάγκες του ΕΣΥ. Τέλος, έχει σημασία να τονιστεί πως για τη ψυχική υγεία δεν υπάρχει για ακόμα μια φορά καμία απολύτως πρόβλεψη.
Το ΕΣΥ θέλει χτίσιμο από την αρχή. Με τον προϋπολογισμό του να πέφτει κάτω από το 6%, με το προσωπικό εξουθενωμένο και απαξιωμένο και με την εισβολή ιδιωτών σε κάθε τομέα της περίθαλψης με τις ευλογίες της κυβέρνησης, η δημόσια υγεία οδεύει προς εξαφάνιση. Ένα ισχυρό δημόσιο σύστημα υγείας είναι απαραίτητο για τη προστασία της κοινωνίας και των πιο ευάλωτων στρωμάτων της. Σε μια εποχή πολλαπλών κρίσεων, με τη πανδημία παρούσα και με το κόστος ζωής να αγγίζει δυσθεώρητα επίπεδα, το ΕΣΥ πρέπει αρχικά να προστατευτεί από τη νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που δεν υπολογίζει ανθρώπινες ζωές, αλλά μόνο κέρδη και στη συνέχεια να ενισχυθεί γενναία, αποτελώντας ασπίδα επιβίωσης για την κοινωνία.
Υποσημείωσεις