Η κυβέρνηση, μέσα από το τελευταίο διάγγελμα Μητσοτάκη, «άνοιξε τις πύλες» για τον εξωτερικό τουρισμό για το καλοκαίρι, και μάλιστα χωρίς περιορισμούς καραντίνας ή διαγνωστικών τεστ. Την ώρα που στις περισσότερες χώρες για τους κατοίκους των οποίων η Ελλάδα αποτελεί τουριστικό προορισμό, η επιδημιολογική κατάσταση είναι σαφώς πιο βεβαρυμμένη από ότι στη χώρα μας. Η μοναδική πρόβλεψη κάποιου υποτυπώδους ελέγχου είναι ότι τις πρώτες βδομάδες η άρση των περιορισμών θα ξεκινήσει για χώρες που επιδημιολογικά είναι «πιο κοντά». Αυτό που αποκρύπτεται ότι η απότομη παροδική αύξηση πληθυσμού που επιφέρει κάθε χρόνο ο τουρισμός στην ελληνική περιφέρεια, δημιουργεί αυξημένους κινδύνους, με το δεδομένο ότι το σύστημα υγείας δεν έχει ενισχυθεί δραστικά, για να καλύψει τις ανάγκες των μόνιμων κατοίκων, ελλήνων και μεταναστών, αλλά και την ηλικιακή σύνθεση των μόνιμων κατοίκων στην ελληνική περιφέρεια. Χαρακτηριστικές του «ανοίγματος» είναι πλευρές ακραίου οικονομικού κυνισμού, όπως οι γεμάτες αεροπορικές πτήσεις.
Τα μέτρα αυτά, συνδυάζονται με ένα πακέτο μέτρων που ενισχύει τις τουριστικές επιχειρήσεις, και κυρίως τις μεγάλες, και όχι τον «τουρισμό» γενικώς, αφού σχεδιάζονται στις πλάτες των εργαζομένων στον κλάδο. Είναι γνωστά τα φαινόμενα ακραίας εκμετάλλευσης, αδήλωτων υπερωριών, στοιβάγματος σε container γιατί τα δωμάτια είναι μόνο για τους τουρίστες, που συμβαίνουν κάθε καλοκαίρι στους τουριστικούς προορισμούς. Καταλαβαίνει κανείς ότι αυτό δεν θα αλλάξει φέτος, και όσοι εποχιακοί εργαζόμενοι δουλέψουν, θα χρειαστεί να το κάνουν υπό ακόμα χειρότερες συνθήκες. Έτσι, το πρόγραμμα «συν-εργασία», με βάση το οποίο οι εργοδότες θα καταβάλλουν τμήμα του μισθού ανάλογο των ωρών απασχόλησης, και το υπόλοιπο θα καλύπτεται μερικώς από το κράτος, θα οδηγήσει ταυτόχρονα σε μείωση των μισθών των εργαζομένων, και στο να επωμιστεί το δημόσιο τμήμα του μισθολογικού κόστους για εργαζόμενους που θα δουλεύουν κανονικά. Γιατί είναι προφανές ότι δεν πρόκειται κανένας εργαζόμενος να πάει σε νησί ή αλλού για να δουλέψει σαιζόν, και να μην δουλεύει όχι απλώς πλήρες ωράριο, αλλά και υπερωρίες. Τα όσα έγιναν με το «800άρι» για εργαζόμενους που δούλεψαν κανονικά, αποτελούν οδηγό.
Πρέπει να τελειώνουμε με το τουριστικό μοντέλο των μεγάλων μονάδων και της άναρχης ανάπτυξης, που τα μνημονιακά χρόνια διογκώθηκε από κοινού από όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις και τους εργοδότες του κλάδου, εις βάρος των εργασιακών δικαιωμάτων και του φυσικού και κατοικημένου περιβάλλοντος. Έχει καταστεί παραπάνω από προφανές ότι δεν γίνεται να εδράζεται τόσο μεγάλο μέρος της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας σε έναν και μόνο τομέα, αντί να είναι πολύπλευρη. Και μάλιστα σε έναν τομέα που επηρεάζεται τόσο έντονα από τις διεθνείς εξελίξεις. Η κυβέρνηση δείχνει όχι μόνο να μην το αντιλαμβάνεται, αλλά να σχεδιάζει στο οικονομικό πεδίο υποτάσσοντας τα πάντα, ακόμα και την όποια τοπική ενίσχυση της δημόσιας υγείας στο «τουριστικό πακέτο», όπως είχε εξαγγείλει και στην συνέντευξή του στην Καθημερινή ο πρωθυπουργός.
Χρειαζόμαστε διαφορετικό παραγωγικό μοντέλο, προσαρμοσμένο πρώτα από όλα στις ανάγκες των μόνιμων κατοίκων και όχι στην «εύκολη προσέλκυση πόρων από το εξωτερικό». Με μαζικές προσλήψεις από το δημόσιο στους κρίσιμους τομείς, όπως η υγεία, η καθαριότητα, η εκπαίδευση, ο πολιτισμός, που εξυπηρετούν τις ανάγκες των ελλήνων και μεταναστών εργαζομένων. Με σχέδιο να αλλάξει η παραγωγική διάρθρωση και να μπορούν να καλυφθούν οι ανάγκες, από τις αγροδιατροφικές ως τις ανάγκες σε φαρμακευτικό υλικό, χωρίς να βασίζονται κυρίως στις εισαγωγές. Με κρατικοποίηση χωρίς αποζημίωση εταιριών κομβικής σημασίας όπως ο κεντρικός αερομεταφορέας της Aegean, που απορρόφησε έναντι πενιχρών ανταλλαγμάτων την «Ολυμπιακή» και σήμερα διεκδικεί «κρατικές ενισχύσεις», ενώ το Μάρτιο αρνούνταν να μεταφέρει ιατρικά δείγματα από τα νησιά. Ταυτόχρονα, ειδικά στον τουριστικό τομέα χρειαζόμαστε μια διαφορετική προσέγγιση που θα σέβεται το περιβάλλον και θα ενισχύει τις μικρές μονάδες και μια αντίληψη προσαρμογής στην κλίμακα και όχι στις ορέξεις του ΣΕΤΕ και των φαραωνικών all inclusive. Λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες, το ανάγλυφο, τη βιοποικιλότητα κάθε περιοχής, δημιουργώντας σύνδεση με την πρωτογενή παραγωγή και τους τοπικούς συνεταιρισμούς και τα προϊόντα τους, όπως θα μπορούσε να γίνει με αγροτουριστικά μοντέλα.
Ταυτόχρονα, διεκδικούμε στο σήμερα, να μην στηθεί η «ανάκαμψη» στις πλάτες των εργαζομένων. Πλήρη αποκατάσταση του εισοδήματος των εποχιακών εργαζομένων και συνολικά των εργαζομένων στον τουρισμό και τον επισιτισμό, για όσο διαρκούν η πανδημία και οι επιπτώσεις της. Να μην ελαστικοποιηθούν οι σχέσεις εργασίας στον κλάδο με προγράμματα τύπου «συν-εργασίας», να ενισχυθούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί. Να υπάρξουν όροι και προϋποθέσεις για τον εξωτερικό τουρισμό, όπως απαγόρευση για περιοχές όπου η πανδημία παραμένει σε έξαρση, και διαγνωστικά τεστ για τους υπόλοιπους/ες. Να ενισχυθεί ο εσωτερικός κοινωνικός τουρισμός, όχι μόνο ως έκτακτο μέτρο, αλλά ως πάγια κοινωνική ανάγκη.