Το τέλος της πορείας μιας οργάνωσης είναι ένα γεγονός που, όσο εξοικειωμένοι/ες κι αν είμαστε με αυτό μιας και η ιστορία της αριστεράς είναι γεμάτη τέτοια παραδείγματα, με ένα πρώτο άκουσμα, φέρνει μάλλον αρνητικά συναισθήματα στους περισσότερους και τις περισσότερες. Δεν είναι λίγες οι φορές που, κυρίως στο έδαφος της ήττας, οι πολιτικές οργανώσεις διασπώνται ή απονεκρώνονται, αδυνατώντας να αναμετρηθούν πραγματικά με τα ερωτήματα όταν αλλάζουν ή με τα πολιτικά σχέδια όταν αποτυγχάνουν.
Υπάρχει τρόπος να μην αντιληφθούμε γραμμικά ένα τέτοιο τέλος ως το σημείο λήξης μιας ευθύγραμμης πορείας, αλλά να το καταλάβουμε σαν την αφετηρία μιας εποχής με διαφορετικά ερωτήματα, που μας βρίσκει να απαντάμε από διαφορετικές, πιο ενισχυμένες θέσεις μάχης; Μπορεί ένα πολιτικό όχημα που μένει στο παρελθόν να είναι αιτία χαράς και αποτέλεσμα όχι μιας ήττας, αλλά μιας κίνησης κόντρα στο ρεύμα του πολυκερματισμού και της οχύρωσης πίσω από μικρές και μεγάλες ιστορικές και ιδεολογικές διαφορές;
Η απάντησή μας είναι μάλλον αναμενόμενη. Τόσο η Συνάντηση για μια Αντικαπιταλιστική και Διεθνιστική Αριστερά, όσο και η Αναμέτρηση – Ομάδα Κομμουνιστ(ρι)ών, ήταν οργανώσεις που γεννήθηκαν σε μια περίοδο ανακατατάξεων για την αριστερά, φιλοδοξώντας να παρέμβουν σε αυτήν στην κατεύθυνση της εμβάθυνσης του ανασυνθετικού διαλόγου και συγκρότησης ενός ενωτικού, ριζοσπαστικού πεδίου δράσης για την αριστερά. Ορίστηκαν εξ αρχής λιγότερο από τις απαντήσεις που είχαν να δώσουν στα ερωτήματα της εποχής τους, και περισσότερο από τα όρια που ήξεραν ότι έχουν και από τη μεταβατικότητα που ήλπιζαν να έχουν. Διένυσαν μακριές και συχνά δύσκολες πολιτικές διαδρομές, που ξεκίνησαν από διαφορετικούς πολιτικούς χώρους, μεγαλύτερα ή μικρότερα μέτωπα, σημαδεύτηκαν από την ήττα του 2015, την απουσία στρατηγικού σχεδίου αλλά και εμπνευστικού πολιτικού υποκειμένου για την αριστερά, και ολοκληρώθηκαν στο τοπίο μιας πολλαπλής κρίσης αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού και διαχείρισης της πανδημίας και της οικονομίας. Από την καμπάνια «Κανένας Μόνος – Καμία Μόνη» μέχρι τις μαζικές πορείες ενάντια στην καταστολή την περίοδο του λοκντάουν, τη συμμετοχή σε εργατικά σχήματα και τη συγκρότηση νέων, τις μάχες που έδωσε το φεμινιστικό κίνημα και τη συμμετοχή σε φοιτητικά σχήματα των ΕΑΑΚ και της ΑΡΕΝ, οι οργανώσεις ενεπλάκησαν, στο μέτρο των δυνάμεών τους, με τους κοινωνικούς αγώνες που δόθηκαν σε όλα τα διαφορετικά επίπεδα και ήταν κομμάτι μιας νέας, πιο ενωτικής κουλτούρας για την αριστερά, με βάση την επίγνωση ότι, αν και με διαφορετικές αναγνώσεις και εκτιμήσεις, ως δυνάμεις του κινήματος παρεμβαίνουμε αν όχι από κοινού, στην πραγματικότητα πάντα συμπληρωματικά.
Τόσο η Αναμέτρηση όσο και η Συνάντηση καθορίστηκαν από την ιεράρχηση της ανάγκης για βαθύ πολιτικό και στρατηγικό διάλογο στην αριστερά, και ταυτόχρονα από την επίγνωση ότι αυτό θα ήταν μερικό και αναποτελεσματικό αν δεν συμπεριλάμβανε με έναν τρόπο όλες τις δυνάμεις που εξακολουθούν να αγωνίζονται από την πλευρά τους για τη ρήξη με το υπάρχον. Υποσχέθηκαν στους εαυτούς τους ότι θα αποτελέσουν μεταβατικές οργανώσεις, επειδή δεν τους αρκούσαν οι απαντήσεις που θα έβρισκαν μόνες τους, αλλά φιλοδοξούσαν να είναι κομμάτι ενός νέου πολιτικού υποκειμένου, πιο οργανικά δεμένου με τα κινήματα, πιο ισχυρά υπαρκτού στους χώρους που δίνονται οι μάχες της εποχής μας, πιο μαζικής και εμπνευστικής απεύθυνσης, ικανού να μπει με σοβαρούς όρους στη συζήτηση με την υπόλοιπη αριστερά για το υποκείμενο της ρήξης και το πολιτικό σχέδιο της ανατροπής.
Η εκπλήρωση αυτής της μεταβατικότητας ήταν που ώθησε στη συγκρότηση της Αναμέτρησης – Οργάνωση για μια Νέα Κομμουνιστική Αριστερά, που αποτελεί και το λόγο της αυτοδιάλυσής μας, καθώς μας φέρνει ένα βήμα πιο κοντά στους στόχους που είχαμε θέσει εξ αρχής, και μας καθιστά λίγο πιο ικανές/ους να συνεχίσουμε να παλεύουμε για την κοινωνική απελευθέρωση και τον κομμουνισμό του 21ου αιώνα. Με τα μάτια στραμμένα στις επαναστάσεις του χτες αλλά κυρίως στους αγώνες του σήμερα και το όραμα για το αύριο, συνεχίζουμε να οραματιζόμαστε έναν πολιτικό φορέα γέννημα και πυροδότη των κινημάτων, οργανικά δεμένο με εργατικά σχήματα, φεμινιστικές συλλογικότητες, φοιτητικούς συλλόγους, στέκια γειτονιάς και δομές αυτοδιαχείρισης, έναν φορέα που θα στήσει οδοφράγματα ενάντια στην επέλαση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού και της ακροδεξιάς παλινόρθωσης, που θα επιμείνει στην εσωτερική δημοκρατία, την καθημερινή πάλη για αλλαγή των συσχετισμών, και κυρίως έναν πολιτικό φορέα που θα επαναφέρει την υπόθεση της αριστεράς και της δυνατότητας της κοινωνικής αλλαγής στο προσκήνιο.
Σε αυτήν την υπόθεση στρατεύτηκαν η Συνάντηση και η Αναμέτρηση, και χάριν αυτής της υπόθεσης ολοκληρώνουν εδώ τον κύκλο τους και με χαρά αποσύρονται για να πάρει τη θέση τους μια επόμενη οργάνωση, πιο έτοιμη να πολεμήσει, να πετύχει νίκες και ίσως να αποτρέψει ήττες.
Το ξεκίνημα μιας νέας οργάνωσης και το τέλος δύο παλιών, είναι, λοιπόν, ένα μάλλον ελπιδοφόρο σημάδι, ότι το ταξίδι στα νερά της κομμουνιστικής αριστεράς δεν τελειώνει ποτέ. Ή μάλλον, όσο υπάρχουν ακόμη εκείνες και εκείνοι που δεν συμβιβάζονται με το πεδίο του εφικτού, αλλά επιμένουν να φαντάζονται, να παλεύουν, να χάνουν, να μαθαίνουν, να χάνουν καλύτερα και, τελικά, να το διευρύνουν.
Το Σάββατο 30 Απριλίου σας περιμένουμε για να νοσταλγήσουμε λίγο, να συζητήσουμε πολύ και να διασκεδάσουμε ακόμη περισσότερο.