Γράφει ο Ηλίας Αλεβίζος
Δεν μπορεί κανείς να περιορίσει τις ιστορικές μεταβολές σε μία στιγμή. Το δημοψήφισμα του 2015 όμως αποτέλεσε ένα σημείο τομής, ειδικά για το χώρο της νεολαίας. Μια διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης που ξεκίνησε περίπου πριν μια δεκαετία συνταράσσεται μπροστά στην παντοδυναμία του ΤΙΝΑ, την ένταση της κρίσης εκπροσώπησης, τη προσγείωση στο «ρεαλισμό». Το κλείσιμο και επίσημα του κύκλου της μεταπολίτευσης βρίσκει τη νεολαία σε ένα καθεστώς μνημονιακής κανονικότητας και βίαιης προλεταριοποίησης, με νέες χρονικότητες, νέα άγχη, νέες ανάγκες.
Φυσικό είναι όλα αυτά να αποτυπώνονται και στις σχολές με ακόμα πιο οξυμμένο τρόπο. Η αντιπολιτική γίνεται συνειδητή πολλές φορές επιλογή, ο χρόνος σπουδών μειώνεται και η οργανωμένη πολιτική έκφραση κινδυνεύει να τεθεί στο παρασκήνιο της φοιτητικής ζωής. Η διαπλοκή της ταυτότητας του φοιτητή με αυτή του εργαζομένου διευρύνεται και αποκτά πλειοψηφικά χαρακτηριστικά. Αυτό οδηγεί στην υποβάθμιση της πρώτης και περιορίζει ακόμα πιο έντονα την οργανική εμπλοκή με την καθημερινότητα των κοινωνικών χώρων.
Οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στην παιδεία συνεχίζουν και στοχεύουν στην μετατροπή του πανεπιστημίου σε ένα χώρο εμπορευματικής αξιοποίησης, που παρέχει τα αναγκαία προσόντα για το κεφάλαιο και προετοιμάζει ιδεολογικά τη νεολαία να συναινέσει στην εκμετάλλευση της.
Οφείλουμε σαν αριστερά να καταφέρουμε να διαβάσουμε αυτή τη συγκυρία και να αρχίσουμε να ψηλαφίζουμε και να σχηματοποιούμε απαντήσεις που θα φέρουν τη νεολαία στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στους ταξικούς φραγμούς, την υποβάθμιση των πτυχίων, την υποχρηματοδότηση και συνολικά σε αυτό το σύστημα που μας θέλει χωρίς μέλλον και με σκυμμένο το κεφάλι.
Η στοχοποίηση της πολιτικής έκφρασης μέσα στις σχολές δεν εντάσσεται απλά σε ένα συνεχές επίθεσης στα δικαιώματα μας αλλά αποτελεί αναβάθμιση. Είναι ήττα για την αριστερά συνολικά σύλλογοι να μένουν αδρανείς, σχήματα να υπολειτουργούν, αγωνιστές/στριες να αποστρατεύονται. Οφείλουμε να βρούμε τα ψυχικά και υλικά εφόδια και να παλέψουμε για να γίνει η αριστερά ξανά οργανικό κομμάτι της καθημερινότητας των σχολών, να διευρύνει τις κοινωνικές της εκπροσωπήσεις και να δώσει χώρο έκφρασης στην αμφισβήτηση. Η υπεράσπιση της ύπαρξης της πολιτικής σε περιόδους οξυμμένης ποινικοποίησης της στο πυρήνα της είναι υπεράσπιση του αγώνα για σπουδές και ζωή με αξιοπρέπεια. Η συλλογική αναπαράσταση είναι ζωτικός όρος προκειμένου να κρατηθεί ζωντανή η έννοια του κοινωνικού χώρου για τις σχολές που κινδυνεύουν μακροπρόθεσμα να αποξενωθούν από οτιδήποτε διαταρράσει την ομαλότητα και την αποστείρωση.
Για την πολιτική ενεργοποίηση όμως των Συλλόγων και τη σύγκρουση με την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση πρέπει να συνομιλήσουμε με τις ιδιαιτερότητες της νέας γενιάς, οι οποίες μας υποδεικνύουν τομές με τον ίδιο μας τον εαυτό. Η νεολαιίστικη ταυτότητα μετασχηματίζεται και διαμορφώνει νέες καταστάσεις σε σχέση με τα αντανακλαστικά και την διαθεσιμότητα της στους πολιτικούς αγώνες εντός των σχολών. Ήδη από το 2011 η εκκίνηση της υποχώρησης του φοιτητικού κινήματος με πανελλαδικούς όρους ήταν ορατή. Παρά το γεγονός ότι τα αιτήματα που ανέκαθεν έβγαζαν με όρους διάρκειας το φοιτητικό κίνημα στο δρόμο συγκροτούνταν σε φοιτητική αφετηρία, οι μεγάλοι αντιμνημονιακοί αγώνες, οι πλατείες, η έξαρση του αντικυβερνητισμού την περίοδο Σαμαρά, έφτιαχναν ένα ψηφιδωτό έντασης του κοινωνικού αναβρασμού η οποία θέλαμε και προσπαθούσαμε να μεταφερθεί στις σχολές και να μετουσιωθεί σε ανατρεπτική πολιτική πρακτική. Η πολιτική λογική ήταν πως η ευρύτερη οξυμμένη κοινωνική συνθήκη θα τροφοδοτούσε και τον χώρο των σχολών. Η πραγματικότητα όπως διαμορφώνεται σήμερα, που ωθεί αντικειμενικά την πολιτική εκτός του κάδρου της φοιτητικής καθημερινότητας και το επίπεδο πολιτικής συνείδησης μια γενιάς φοιτητών έχει σχηματιστεί καθολικά εντός του μνημονιακού κοινωνικού καθεστώτος μάλλον συστήνει μια νέα φάση και άρα νέα καθήκοντα για τη μαχόμενη αριστερά στις σχολές.
Μια πολιτική λογική που θέτει το μάξιμουμ της πολιτικής ατζέντας με όρους πρωθύστερου δεν συνομιλεί με τις νέες συνθήκες και επί της ουσίας ορίζει τον ριζοσπαστισμό ως προϋπόθεση πολιτικής εμπλοκής παρά σαν μια διαρκή διαδικασία πολιτικών τομών και σταδιακής ριζοσπαστικοποίησης των αγώνων. Μάλλον είναι καιρός να μην μας ενδιαφέρουν τόσο τα αντικαπιταλιστικά διαπιστευτήρια αλλά να δούμε τον αντικαπιταλισμό σαν πρακτική που αμφισβήτει στο πυρήνα της την ασφυκτική καθημερινότητα που μας αναγκάζουν να ζήσουμε. Η συγκρότηση μίνιμουμ αιτημάτων και καθαρών αιχμών, και όχι η αφαιρετική επίκληση του αγώνα ενάντια σε όλα, ξεκινάει με τις πραγματικές ανάγκες της νεολαίας, στήνει νέους δεσμούς με τα πληττόμενα κομμάτια των σχολών και είναι ένας τρόπος εκκίνησης για τη συγκρότηση μπλοκ αγώνα τα οποία θα μπορούν να παρεμβαίνουν στο συσχετισμό δύναμης και να θέτουν επιθετικά και προωθημένα αιτήματα πολιτικής πάλης τα οποία θα είναι απόσταγμα μια διαδικασίας υποκειμενικής συγκρότησης αυτού του μπλοκ με καθοριστική σημασία την παρέμβαση εκεί της αντικαπιταλιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς.
Αυτά φαίνονται πιο καθαρά από την ίδια την εμπειρία που συσσωρεύει το ίδιο το φοιτητικό κίνημα. Εμφανίζονται στον αγώνα των φοιτητών στη Φιλοσοφική που ξεκίνησε μέσα από το αυθόρμητο άγχος και την πρωτόλεια ριζοσπαστικοποίηση των φοιτητών του Θεατρικού που κόντρα σε όλα, και παρά τις αδυναμίες της αριστεράς, έβαλαν με πρωτοφανή δυναμισμό μια ολόκληρη σχολή σε αναβρασμό. Συνδυάζονται με μια άλλη αντίληψη για την παρέμβαση στο κίνημα, που διαχωρίζεται επιτέλους από την οριοθέτηση του αλλά αντίθετα μπαίνει με ενεργούς όρους στην προώθηση και πολιτικοποίηση του σεβόμενη την αυτονομία του.
Και όλα αυτά χωρίς προδιατυπωμένες βεβαιότητες αλλά μέσα στην ομορφιά του πειραματισμού και της έντασης του κινήματος. Από τις τμηματικές συνελεύσεις και τα συγκεκριμένα αιτήματα πάλης στη Φιλοσοφική, τις αμεσοδημοκρατικές συλλογικές επεξεργασίες του ΦΣ στους Πολιτικούς Μηχανικούς πάνω στο πρόγραμμα σπουδών μέχρι πτυχές του αγώνα των εστιακών φοιτητών/τριών στο ΙΝΕΔΙΒΙΜ υπάρχει πεδίο και εμπειρία ριζοσπαστικής πρακτικής και επαναδιαπραγμάτευσης της δημοκρατίας και της πολιτικής πάλης και μάλλον δεν μας αντιστοιχεί να μην παίρνουμε διδάγματα από αυτή.
Το σύστημα εξουσίας ακόμα και σήμερα δεν φαίνεται να μπορεί να περιγράψει μια θετική προβολή στο μέλλον που να χωράει τη νέα γενιά. Το μοντέλο αξιών του βρίσκει αναχώματα. Οι αντιφασιστικοί αγώνες, η οργάνωση της έμπρακτης αλληλεγγύης, η κραυγή για το άδικο για την Ηριάννα και τον Περικλή, οι νησίδες φοιτητικών αντιστάσεων σε Χανιά, Ξάνθη και ΤΕΙ Αθήνας διατηρούν ορατή την ελπίδα. Παραδόξως, η μη ενσωμάτωση της νεολαίας δεν μεταφράζεται συνολικά σε πολιτική επικινδυνότητα για τους κυρίαρχους αλλά μετατρέπεται σε σιγανή οργή, δεν βρίσκει πάντα χώρο να εκφραστεί, έχει αποσπασματικότητα. Από αυτό όμως το ακατέργαστο υλικό κοινωνικού ριζοσπαστισμού και δημιουργικότητας μπορεί να ξεκινήσει η έκρηξη.
Μια ολόκληρη γενιά αντιμετωπίζει αδιέξοδα και νιώθει εγκλωβισμένη. Αλλά δεν τα βάζει κάτω. Δεν πρέπει να το βάλουμε κάτω. Κόντρα στην ματαιότητα και την μοιρολατρία φαίνονται υπαρκτά ρήγματα στο σήμερα που μπορούν να ανοίξουν δρόμους. Δρόμους που αντιπαρατίθενται με την ασφυκτική καθημερινότητα, την απουσία προοπτικής, την απάθεια και την κανονικότητα. Με πείσμα και αποφασιστικότητα μπορούμε να βάλουμε εμφατικά στο προσκήνιο πως ένας νέος/νέα σήμερα μπορεί να ζει αλλιώς. Και αυτό δεν είναι εύκολο, αλλά δεν ενταχθήκαμε στην αριστερά και στο κίνημα επειδή ήταν εύκολο αλλά μάλλον γιατί, εκτός των άλλων, παρά τις δυσκολίες, είναι ωραίο να μην περιμένεις απλά τις όμορφες μέρες να έρθουν. Τις όμορφες μέρες και τις όμορφες μάχες τις φτιάχνουμε εμείς. Και έχουμε πολλές να ζήσουμε ακόμα.