Πρέπει να κατέβουμε και φέτος στο Πολυτεχνείο. Ειδικά φέτος. Το ξέρουμε, δεν είναι μια εύκολη απόφαση για κανένα και καμιά μας – κι εμάς μας παίδεψε πολύ. Δεν είναι ο φόβος για τα πρόστιμα, η απαγόρευση του Χρυσοχοΐδη, ή η απειλή της κρατικής καταστολής – η οποία τελευταία δείχνει να χάνει κάθε μέτρο. Είναι η γνήσια έγνοια μας, ως άνθρωποι που πάνω από όλα αγαπάμε τη ζωή και πριν από όλα βάζουμε την αλληλεγγύη, μη τυχόν και βλάψουμε έστω κι έναν συνάνθρωπό μας, συμβάλλοντας στη μετάδοση του ιού. Ακόμα και όταν ξέρουμε ποιος έχει την ευθύνη για τα ανεπαρκή νοσοκομεία, για τα παστωμένα λεωφορεία, για την απουσία μέτρων προστασίας στους χώρους εργασίας, το μόνο που δεν θέλουμε είναι να προσθέσουμε έναν ακόμα κίνδυνο για τους ανθρώπους της δουλειάς.
Η πανδημία όμως, οι απαγορεύσεις, οι συνέπειές της πάνω στην οικονομία και την εργασία, δεν θα κρατήσουν μια – δυο εβδομάδες, για να πάμε πάσο και να κάνουμε υπομονή. Η εξοργιστική αδράνεια της κυβέρνησης, ακόμα και μετά το πρώτο κύμα της επιδημίας, η εμμονική της άρνηση να κάνει τα στοιχειώδη για την ενίσχυση του ΕΣΥ, η εμφανής πια τάση της να θυσιάσει τη δημόσια υγεία για τη διάσωση συγκεκριμένων κλάδων της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, αποδεικνύουν ότι αν πραγματικά θέλουμε να σώσουμε ζωές, πρέπει να σταθούμε με τρόπο υλικό, με τρόπο ενσώματο, απέναντί της.
Άλλωστε, η κυβέρνηση δυστυχώς, δεν σκοπεύει καθόλου να πάει πάσο. Ήδη μας έχει δείξει ότι δεν διστάζει να εκμεταλλευτεί, με τρόπο ανήθικο και ύπουλο, την ευαισθησία των πολιτών που τηρούν τα μέτρα για να προστατέψουν τη δημόσια υγεία -αυτό δηλαδή που δεν κάνει η ίδια- για να κάνει πολιτική χωρίς αντίπαλο: να διαλύσει την περιβαλλοντική νομοθεσία, να καταργήσει την προστασία της κατοικίας, να περιορίσει το δικαίωμα στη διαδήλωση. Το επόμενο βήμα θα είναι η ανατροπή της εργατικής νομοθεσίας. Αν δεν μας δει εκεί έξω μεθαύριο, η ασυδοσία αυτή θα επιδεινωθεί.
Για αυτό ακριβώς, η ίδια η κυβέρνηση μας πέταξε το γάντι, απαγορεύοντας προκλητικά την πορεία. Προσέξτε, δεν απηύθυνε κάποια έκκληση να αποφύγουμε τον συνωστισμό για το κοινό καλό. Αντίθετα, επικαλέστηκε τον πρόσφατο νόμο για την απαγόρευση των διαδηλώσεων και απείλησε με πρόστιμα και καταστολή. Αν η φετινή επέτειος του Πολυτεχνείου μας έβρισκε με άδειους δρόμους, αυτό θα ήταν μια νίκη για την κυβέρνηση, και άρα μια ήττα για τη δημοκρατία, τις ελευθερίες, τη δημόσια υγεία. Θα ήταν η χειρότερη δυνατή αφετηρία για τις μάχες που πρέπει να δώσουμε σήμερα για την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας και αύριο για την υπεράσπιση της εργασίας απέναντι στην κρίση και το κεφάλαιο. Μια δυναμική, πειθαρχημένη διαδήλωση με μέτρα προστασίας, θα είναι αντίθετα ένα βήμα διεκδίκησης για την άμεση ενίσχυση του ΕΣΥ, για την επίταξη του ιδιωτικού τομέα, για την κατοχύρωση καθολικού και αξιοπρεπούς εισοδήματος πανδημίας, ώστε να βγούμε από αυτή τη δοκιμασία πιο δυνατοί και δυνατές.
Θα κατέβουμε λοιπόν στην πορεία, όχι για να γιορτάσουμε την επέτειο, όχι γιατί «το Πολυτεχνείο είναι πιο επίκαιρο από ποτέ», αλλά για να νιώσει αυτή η κυβέρνηση ότι έχει αντίπαλο. Ότι ακόμα κι αν φαίνεται να μην έχει αντιπολίτευση, θα έχει απέναντί της εμάς, την αριστερά του δρόμου, τα κινήματα, τον κόσμο της αλληλεγγύης. Το ίδιο έκαναν οι άνθρωποι μας στη Χιλή, την Πολωνία ή τις ΗΠΑ, σε ακόμα δυσκολότερες υγειονομικές συνθήκες – και το χαρήκαμε όσο τίποτα. Τώρα είναι η σειρά μας να μην το φοβηθούμε, όπως ήδη αποφάσισε κι ο Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών, αψηφώντας τις κυβερνητικές απειλές. Προφανώς, δεν πιστεύουμε ότι η πορεία του Πολυτεχνείου έχει τη σημασία μιας λαϊκής εξέγερσης. Ωστόσο, οι εξεγέρσεις δεν πέφτουν από τον ουρανό – σήμερα οφείλουμε να βγούμε στο δρόμο σε μια δύσκολη πορεία, ώστε αύριο, όταν η κρίση καταπιεί ξανά τους επίδοξους διαχειριστές της, να μπορούμε να κυνηγήσουμε την ελπίδα της ανατροπής, την ελπίδα μιας άλλης κοινωνίας, την ελπίδα που γεννά Πολυτεχνεία και μας κατεβάζει κάθε 17 Νοέμβρη στο δρόμο.
Τέλος, θέλουμε να συμφωνήσουμε ότι τουλάχιστον όσοι και όσες πορευτούμε μαζί, θα τηρήσουμε χωρίς εκπτώσεις όλα τα αναγκαία μέτρα για την ελαχιστοποίηση του υγειονομικού κινδύνου. Θα αποφύγουμε τις εκδηλώσεις σε κλειστούς χώρους και τη μέρα της πορείας θα συγκεντρωθούμε και θα πορευτούμε τηρώντας τις αποστάσεις και φορώντας μάσκες. Αν μάλιστα βρέχει, θα πρέπει να το επανεξετάσουμε, καθώς οι μάσκες δεν προσφέρουν προστασία υπό βροχή. Το ίδιο θα κάνουμε σε περίπτωση που τα επιδημιολογικά δεδομένα επιδεινωθούν τόσο, που και ο παραμικρός κίνδυνος μετάδοσης θα απειλεί άμεσα ανθρώπινες ζωές. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι οι πιθανότητες μετάδοσης σε ανοιχτούς χώρους είναι πολύ μικρότερες από ό,τι στους κλειστούς και ότι αν τηρήσουμε τα παραπάνω μέτρα, το όποιο ρίσκο περιορίζεται στο ελάχιστο. Σε κάθε περίπτωση, πολύ μικρότερο από τους κινδύνους που θα μας φέρει αυτή η κυβέρνηση αν συνεχίσει να παίζει χωρίς αντίπαλο.