Γράφει η Δώρα Σταθοπούλου,
Αρχική Δημοσιεύση: Commune.org
Στις 8 και 9 Φεβρουαρίου 2021, η Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας (ΔΟΕ) και η Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) επέδωσαν εξώδικο στο υπουργείο Παιδείας προκηρύσσοντας απεργία-αποχή από τις διαδικασίες αξιολόγησης/αυτοαξιολόγησης σχολικών μονάδων που προβλέπονται από τον νόμο. Η πρώτη αντίδραση του κράτους και ειδικότερα του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων απέναντι στις κινητοποιήσεις των εργαζόμενων στην εκπαίδευση ήταν η νομοθέτηση κυρώσεων και ποινών. Τον περασμένο Αύγουστο ψηφίστηκε νέος νόμος στον οποίο ορίζονται, μεταξύ άλλων, κυρώσεις όπως περικοπές μισθού και διοικητικές-πειθαρχικές διώξεις για όσους και όσες δεν συμμορφώνονται με την αξιολόγηση.
Το γεγονός ότι οι κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών δεν κάμφθηκαν από τις απειλές, οδήγησε την υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων να καταθέσει αγωγή κατά των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών (ΔΟΕ-ΟΛΜΕ-ΠΟΣΕΕΠΕΑ-ΟΙΕΛΕ ) και αυτή να εξεταστεί με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. Το αίτημα της υπουργού ήταν να κριθεί παράνομη και καταχρηστική η «απεργία-αποχή» διότι «αυτή στοχεύει στη μη εφαρμογή του ψηφισμένου από τη Βουλή των Ελλήνων νόμου για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου». Στο δελτίο Τύπου του υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων χαρακτηριστικά αναφέρεται: «Το υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων ζητά να κριθεί παράνομη και καταχρηστική η ‘‘απεργία-αποχή’’ διαρκείας (η οποία εξαγγέλθηκε χωρίς καν την πλήρωση των απαραίτητων προϋποθέσεων προηγούμενου δημόσιου διαλόγου και ελάχιστου προσωπικού ασφαλείας) και να εφαρμοστεί ο νόμος του Κράτους».[1]
Τι μας λέει λοιπόν η υπουργός; Μας λέει ότι το κράτος είναι ένα κράτος νόμου, είναι μια οργανωμένη δύναμη καταναγκασμού, μια δύναμη πέραν από τις «ομάδες συμφερόντων» και οφείλει να δίνει απάντηση στις «εξεγέρσεις» και κυρίως να δίνει απάντηση στις εξεγέρσεις της οργανωμένης εργασίας.
Είναι η αγωγή της υπουργού κατά της απεργίας-αποχής πράξη πανικού όπως επικαλούνται οι συνδικαλιστικές οργανώσεις; Κατά την άποψή μας όχι. Πρωτίστως είναι πράξης επίδειξης ισχύος και αποφασιστικότητας. Το ισχυρό κράτος εξαρτάται από τη δύναμή του να κυβερνά και να νομοθετεί. Κυρίαρχος είναι αυτός που έχει τη δύναμη να διοικεί μέσω των κανόνων δικαίου. Η αμφισβήτηση των κανόνων του κράτους αποτελεί αμφισβήτηση της ισχύος του.
Η αγωγή εκδικάστηκε και η απεργία-αποχή κρίθηκε παράνομη αλλά όχι καταχρηστική. Ποια είναι τα επιχειρήματα με τα οποία το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε την απεργία μας παράνομη; Τα επιχειρήματα βασίστηκαν στον αντεργατικό νόμο ν.4808/2021, γνωστό και ως «νόμο Χατζηδάκη», που αφορούσε ζητήματα συνδικαλισμού και εργασιακών σχέσεων. Αυτά είναι ότι δεν μερίμνησαν οι ομοσπονδίες για τη διάθεση προσωπικού ασφαλείας στα σχολεία (χαρακτηριστικά η απόφαση του δικαστηρίου αναφέρει «οι εναγόμενες Ομοσπονδίες όφειλαν να διαθέτουν το αναγκαίο προσωπικό εγγυημένης ελάχιστης υπηρεσίας, ώστε να μη ματαιωθεί, αλλά και να ικανοποιηθεί, έστω και κατά ένα ουσιαστικό ποσοστό, η ανάγκη της εκπαίδευσης, δηλαδή η αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου των σχολικών μονάδων». Επιπλέον, τα επιχειρήματα της απόφασης είναι ότι λήφθηκε η απόφαση για απεργία-αποχή από αναρμόδιο όργανο και ότι οι ομοσπονδίες δεν ακολούθησαν τη διαδικασία δημόσιου διαλόγου με το υπουργείο, δηλαδή δεν υπέβαλαν στον ΟΜΕΔ αίτηση διεξαγωγής διαλόγου για τα αιτήματα της απεργίας-αποχής.
Η παραπάνω δικαστική απόφαση, βασισμένη στις προϋποθέσεις που θέτει ο ν. Χατζηδάκη για την κήρυξη της απεργίας, είναι κατά την άποψή μας σταθμός, γιατί πλέον ανοίγει νέα δεδομένα για τη συνδικαλιστική δράση. Είναι μια απόφαση που, βάσει του νόμου Χατζηδάκη κι όχι απλώς με δικαστική κρίση, δημιουργεί προηγούμενο για τις μελλοντικές κινητοποιήσεις. Και αυτό γιατί το ν/σ Χατζηδάκη έθεσε αυστηρά όρια στη δυνατότητα οργάνωσης των εργαζόμενων τάξεων. Πίσω από τις πρακτικές διαλόγου και συναίνεσης που επιχειρεί το ν/σ Χατζηδάκη κρύβεται ο δραστικός περιορισμός της δυνατότητας κήρυξης απεργίας, της δυνατότητας κινητοποίησης των εργαζόμενων τάξεων, της δυνατότητας της πολιτικής σύγκρουσης.
Ο κλάδος της εκπαίδευσης συγκεντρώνει χιλιάδες εργαζόμενους και εργαζόμενες και έχει υψηλή συνδικαλιστική πυκνότητα. Η διάλυση του οργανωτικού πλαισίου, των σωματείων, εντός του οποίου οργανώνονται οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες, η απαγόρευση των κινητοποιήσεών τους, είναι κομβικής σημασίας για το κράτος.
Όμως το ίδιο σημαντική (θα πρέπει να) είναι αυτή η μάχη και για το σύνολο του συνδικαλιστικού κινήματος. Η απεργία-αποχή των εκπαιδευτικών δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί σαν μάχη κλαδική, μάχη που αφορά μία κατηγορία εργαζομένων, αλλά μάχη συνολικά του συνδικαλιστικού κινήματος. Γιατί ακριβώς αμφισβητεί τους κανόνες του κράτους, τους κανόνες πειθάρχησης και υποταγής των εργαζόμενων τάξεων, τους κανόνες που θέσπισε ο «νόμος Χατζηδάκη» – τους οποίους η κυβέρνηση Μητσοτάκη εννοεί, πέρα από κάθε αμφιβολία, να εφαρμόσει πάση θυσία. Η απεργία-αποχή των εκπαιδευτικών αμφισβητεί το μονοπώλιο του κράτους στην πολιτική. Είναι μια πολιτική μάχη γιατί διεκδικεί το δικαίωμα των εργαζομένων στην πολιτική σύγκρουση, στην σύγκρουση με το κράτος και τον εργοδότη, που αρνείται την «αποπολιτικοποίηση» της κοινωνίας. Είναι μια μάχη που αφορά όλες και όλους.
[1] https://www.minedu.gov.gr/rss/50280-30-09-21-agogi-ypourgoy-paideias-kai-thriskevmaton-kata-doe-olme-poseepea-oiele-kai-tis-apergias-apoxis-apo-tin-efarmogi-tis-aksiologisis-sxolikis-monadas-kai-ekpaideftikoy-ergou-3